Ουκρανία, για να προβάλει ένα μαξιμαλιστικό πακέτο διεκδικήσεων. Η γειτονική
χώρα βρίσκεται ουσιαστικά σε προεκλογική περίοδο και το μεγαλύτερο μέρος του
πολιτικού σκηνικού έχει στραφεί προς τον εθνικισμό και την ακραία ρητορική.
Επομένως, η κλιμάκωση της προκλητικότητας από τον κ. Ερντογάν εξυπηρετεί δύο
στόχους. Από τη μια, να δώσει υπόσταση στο ανυπόστατο αφήγημα της Γαλάζιας
Πατρίδας και στις ανιστόρητες θέσεις για τα νησιά του Αιγαίου. Από την άλλη,
απευθυνόμενος και στο εσωτερικό ακροατήριο, επιχειρεί να συσπειρώσει την κρίσιμη
μάζα των εθνικιστών ψηφοφόρων. Κανείς δεν μπορεί να λειτουργήσει ως μάντης,
όμως πιστεύω ότι η Άγκυρα δεν επιδιώκει συνειδητά ένα θερμό επεισόδιο, διότι ξέρει
ότι κανείς στην περιοχή δεν θα βγει κερδισμένος. Σίγουρα ούτε και η ίδια. Δυστυχώς,
όμως, η τουρκική προκλητικότητα εγκυμονεί τον κίνδυνο ενός ατυχήματος.
Η ένταση που επιδιώκει η Τουρκία σχετίζεται με το γεγονός ότι ο Κυριάκος
Μητσοτάκης έχει περάσει το κατώφλι του Λευκού οίκου ενώ ο τούρκος πρόεδρος
αναμένει ακόμη … στο ακουστικό του
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ελληνική κυβέρνηση δεν βάζουν στο στόχαστρο
καμία χώρα. Η Τουρκία μόνη της εκτίθεται διεθνώς, με τις καθημερινές προκλήσεις
της. Η κλιμάκωση της έντασης από την Άγκυρα οφείλεται εν μέρει και στην
ενόχλησή της από την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ. Η Κυβέρνηση
παρουσιάζει την αλήθεια, με τεκμήρια και αποδείξεις και με όπλο το διεθνές δίκαιο,
σε κάθε ευκαιρία, από τις Συνόδους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ μέχρι τις συναντήσεις
στον Λευκό Οίκο και τον ΟΗΕ. Είναι φανερό ότι ο κ. Ερντογάν προσπαθεί να μπει
στο οπτικό πεδίο του Αμερικανού Προέδρου. Να προκαλέσει, δηλαδή, το ενδιαφέρον
των ΗΠΑ, προβάλλοντας την Τουρκία ως τον πιο πολύτιμο σύμμαχο στην περιοχή.
Μέχρι σήμερα δεν τα έχει καταφέρει. Πλέον έχουν μπει κανόνες στο διεθνές
στερέωμα, εντός των οποίων η Τουρκία δεν έχει μάθει να λειτουργεί.
Κατά τη γνώμη σας με τι θα ήταν ικανοποιημένος ο Ταγιπ Ερντογαν έτσι ώστε να
κάμψει την επιθετική του στάση έναντι της Ελλάδας;
Δεν είναι εύκολο να κάνει κανείς το ψυχογράφημα του κ. Ερντογάν, διότι π.χ. εκείνοι
τους οποίους κατηγορούσε, έγιναν σήμερα φίλοι του και το αντίστροφο. Τα
προβλήματα που τον απασχολούν είναι δύο. Πρώτον, η επανεκλογή του στις
επερχόμενες προεδρικές εκλογές. Και, δεύτερον, η αποδοχή της Τουρκίας από τη
διεθνή κοινότητα ως μιας σύγχρονης «αυτοκρατορίας», με αυξημένο γεωπολιτικό
εκτόπισμα.
Η χώρα μας κύριε Χατζηβασιλείου μέχρι που είναι διατεθειμένη να φτάσει στην
τήρηση των «κόκκινων γραμμών» και ποιες είναι αυτές ;
Η Ελλάδα, όπως έχει αποδειχθεί μέχρι στιγμής, δεν έχει αφήσει αναπάντητη καμία
πρόκληση στο πεδίο. Η αποφασιστικότητά μας είναι δεδομένη. Και αυτό δεν
πρόκειται να αλλάξει. Ταυτόχρονα, δεν προτίθεται να πέσει στην παγίδα της
Άγκυρας, η οποία θα ήθελε να δει την Αθήνα να χάνει την ψυχραιμία της και να
χρεώνεται σ’ εκείνη η οποιαδήποτε πιθανή κλιμάκωση στο πεδίο. Κάτι τέτοιο θα
δικαίωνε το έωλο αφήγημα που προσπαθεί να παρουσιάσει η Άγκυρα, ότι δηλαδή η
Ελλάδα ευθύνεται για την αύξηση της έντασης στην περιοχή. Η χώρα μας είναι μία
δύναμη ειρήνης και σταθερότητας. Δεν απειλεί και δε δέχεται απειλές.
Η προσφυγή στη Χάγη πιστεύετε ότι απέχει ακόμη, υπάρχει κίνδυνος να τεθούν
διεκδικήσεις της Τουρκίας που η ίδια θέλει να θέσει πολλά χρόνια τώρα ;
Μία έντιμη συζήτηση για την επίλυση της μοναδικής μας διαφοράς, δηλαδή τον
καθορισμό ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, θα μπορούσε να ολοκληρωθεί με την από
κοινού προσφυγή στη Χάγη. Και αυτός παραμένει διαχρονικός στόχος της
εξωτερικής πολιτικής. Όμως, σήμερα, με ευθύνη της Τουρκίας, οι σχέσεις των δύο
χωρών έχουν επιδεινωθεί. Θα χρειαστεί δουλειά για την αποκατάσταση της
εμπιστοσύνης. Οι κατά καιρούς αιτιάσεις της Τουρκίας και η προσπάθεια διεύρυνσης
της ατζέντας δεν αποτελούν θεμα συζήτησης. Η Ελλάδα τα απορρίπτει και οι
γείτονες το ξέρουν καλά.
Η αντιπολίτευση σας κατηγορεί για κατευνασμό στην διαχείριση της εξωτερικής
πολιτικής. Τι απαντάτε ;
Η χώρα μας έχει κερδίσει με τη στάση της το ρόλο του εγγυητή της περιφερειακής
σταθερότητας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Πορεύεται με επιμονή στο διεθνές
δίκαιο, διεθνοποιεί την τουρκική προκλητικότητα σε όλα τα fora και επιδεικνύει
ψυχραιμία απέναντι στις τουρκικές παραβιάσεις, απαντώντας ξεκάθαρα σε κάθε
πρόκληση. Και αυτό μέχρι στιγμής αποδίδει, καθώς η Ελλάδα αναγνωρίζεται από
τους εταίρους ως μία γωνία σταθερότητας σε μία δοκιμασμένη περιοχή του πλανήτη.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει συνάψει επωφελείς αμυντικές
συμφωνίες με ισχυρούς εταίρους και έχει ενισχύσει σημαντικά, μετά από μία
δεκαετία στασιμότητας, τις Ένοπλες Δυνάμεις. Ταυτόχρονα, πρωταγωνιστεί σε
ευρωπαϊκό επίπεδο στις συζητήσεις για τη γεωπολιτική αυτονομία της Ευρώπης και
στέλνει μήνυμα αποφασιστικότητας προς πάσα κατεύθυνση. Αν κάποιοι αυτό το
περιγράφουν ως κατευνασμό, τότε αρνούνται την πραγματικότητα.
Πως Εξηγείτε τις «δυο γραμμές» της Ουάσιγκτον για τα εξοπλιστικά που θέλει ο
Ερντογάν σε σχέση με την Ελλάδα;
Η Τουρκία ήταν και παραμένει ένας σημαντικός σύμμαχος για το ΝΑΤΟ. Όποιος
διαφωνεί με κάτι τέτοιο, αυταπατάται. Κανείς δεν θα ήθελε να δει την Τουρκία να
απομακρύνεται από το δυτικό άρμα, καθώς αυτό θα ήταν σαφώς προς όφελος της
Ρωσίας. Συχνά το State Department διατυπώνει τις παραδοσιακές, «υπηρεσιακές»
θέσεις. Όμως, το Κογκρέσο έχει τον τελευταίο, βαρύνοντα ρόλο στη διάθεση
αμυντικού υλικού. Και αυτή τη στιγμή, οι πολιτικές ισορροπίες στο Καπιτώλιο δεν
αφήνουν περιθώρια στην Τουρκία να ελπίζει σε αγορά περαιτέρω εξοπλισμού.
Μια περαιτέρω ένταση με την Τουρκία αποτελεί λόγος έτσι ώστε η χώρα να
προσφύγει σε εθνικές εκλογές.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τονίσει επανειλημμένα ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει
την τετραετία. Το εθνικό συμφέρον απαιτεί σταθερούς εκλογικούς κύκλους και η
κυβέρνηση έχει ακόμη έργο να ολοκληρώσει. Επιπροσθέτως, η διεθνής γεωπολιτική
συγκυρία απαιτεί σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας και συναίνεση στα
φλέγοντα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Σε μία περίοδο διεθνών
αναταράξεων και κλιμάκωσης της τουρκικής προκλητικότητας, η χώρα χρειάζεται
ισχυρή κυβέρνηση με ξεκάθαρες θέσεις και στοχεύσεις. Αυτό άλλωστε είναι και το
δίλημμα στο οποίο θα κληθούν να επιλέξουν οι πολίτες στις ερχόμενες εκλογές:
κυβερνητική σταθερότητα ή αστάθεια και περιπέτειες