Πέρασαν 50 ολόκληρα χρόνια από την παράνομη τουρκική εισβολή και η Κύπρος παραμένει η μοναδική διαιρεμένη χώρα στην Ευρώπη. Το Κυπριακό αποτελεί πρόβλημα εισβολής και κατοχής από το 1974, πραγματικότητα που αποδέχεται σύσσωμη η παγκόσμια κοινότητα με μόνη εξαίρεση την Τουρκία. Άλλωστε, η τελευταία είναι εκείνη που παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο και παρερμηνεύοντας το σύστημα εγγυήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατέχει παράνομα το βόρειο τμήμα του νησιού, με το ψευδοκράτος να αποτελεί τον κύριο εκφραστή της βούλησής της.
Έχει περάσει μισός αιώνας χωρίς να έχει εξευρεθεί λύση. Υπήρξαν στιγμές, περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκές, στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων για επίλυση. Σήμερα, πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την επανέναρξη των συζητήσεων.
Όλοι πλέον αντιλαμβάνονται ότι το status quo στην Κύπρο δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η de facto διχοτόμηση δεν είναι αποδεκτή και πρακτικά δεν συμβαδίζει με το συμφέρον του συνόλου των Κυπρίων, ούτε με την ανάγκη για περιφερειακή σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Και, φυσικά, οι παράλογες και εκτός πραγματικότητας τουρκικές θέσεις δεν βρίσκουν ανταπόκριση στη διεθνή κοινότητα. Παρά τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η Άγκυρα κάνει σταθερά λόγο για ύπαρξη δήθεν «δυο κρατικών οντοτήτων στο νησί» στην προσπάθειά της να προωθήσει τη λύση των δύο κρατών και τη de jure διχοτόμηση της Κύπρου. Αυτή η ιδέα απορρίπτεται από όλους, του ΟΗΕ, των ΗΠΑ και της ΕΕ συμπεριλαμβανομένων, αφού θα ισοδυναμούσε με νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής και της 50χρονης κατοχής.
Κατά καιρούς, η Άγκυρα έχει αφήσει υπαινιγμούς για λύση συνομοσπονδίας. Και αυτή η ιδέα είναι απορριπτέα, καθώς κρύβει μέσα της την έμμεση αναγνώριση δύο κρατικών οντοτήτων, γεγονός που θα εξίσωνε την αναγνωρισμένη και κυρίαρχη Κυπριακή Δημοκρατία με το ψευδοκράτος που αυτοαποκαλείται «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου». Το κύριο πρόβλημα με τη συνομοσπονδία είναι ότι η κεντρική εξουσία μπορεί να εκπροσωπεί διεθνώς τις συνιστώσες πολιτείες και να διαπραγματεύεται για λογαριασμό τους, όμως εκείνες διαθέτουν ξεχωριστή διεθνή δικαιοπρακτική ικανότητα. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι οι συνομόσπονδες συνιστώσες έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν συμφωνίες με ξένες χώρες ή να έχουν διακριτή διεθνή παρουσία. Για παράδειγμα, σε μια υποθετικά συνομόσπονδη Κύπρο, η Τουρκία θα ονειρευόταν την ύπαρξη δύο Ευρωπαίων Επιτρόπων, σκεπτόμενη ότι ο Τουρκοκύπριος θα αποτελούσε το μακρύ χέρι της στις Βρυξέλλες. Είναι προφανές ότι η «λύση» της συνομοσπονδίας είναι πλήρως ασύμβατη με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Η μόνη βιώσιμη λύση για την Κύπρο είναι αυτή που συζητιέται στο πλαίσιο του ΟΗΕ εδώ και δεκαετίες, δηλαδή η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Μια τέτοια λύση θα είναι ανθεκτική στο χρόνο, καθώς θα προβλέπει ενιαία νομική προσωπικότητα, ενιαία κυριαρχία και μία ιθαγένεια για τους πολίτες. Στέκομαι στο ζήτημα της μίας ιθαγένειας, καθώς αποτελεί σημαντική πτυχή της λύσης. Η ύπαρξή της και η απόδοσή της από την κεντρική εξουσία έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει κίνδυνος μαζικής χορήγησης της κυπριακής ιθαγένειας σε Τούρκους πολίτες. Είναι ξεκάθαρο ότι η ομοσπονδία δεν εξυπηρετεί την παραδοσιακή πολιτική της Άγκυρας που αντιμετωπίζει την τουρκοκυπριακή κοινότητα ως άβουλο δορυφόρο της.
Σήμερα, οφείλουν όλοι να αναλάβουν δράση. Η Κύπρος δεν μπορεί να πορεύεται με την πραγματικότητα που διαμόρφωσε ο κατοχικός Αττίλας. Σε μια περιοχή όπου οι περιφερειακές διενέξεις «παράγουν περισσότερη ιστορία από όση μπορεί να καταναλωθεί», η δίκαιη και ειρηνική διευθέτηση του Κυπριακού στη βάση του διεθνούς δικαίου αποτελεί μονόδρομο για την εξασφάλιση μακρόπνοης σταθερότητας. Για την Ελλάδα και τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, το Κυπριακό αποτελεί κορυφαία εθνική προτεραιότητα και η συνεργασία με την κυπριακή κυβέρνηση είναι σταθερή και στενή. Η όποια πρόοδος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις πάντα ωφελεί το Κυπριακό. Βέβαια, ισχύει και το αντίστροφο. Κάθε αρνητική κίνηση της Τουρκίας στην Κύπρο δεν μπορεί παρά να επηρεάσει αρνητικά και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δεν υπάρχουν περιθώρια για «παιχνίδια» στη μεγαλόνησο. Πάντως, δεν μπορούν να γίνουν ουσιαστικά βήματα εμπρός, αν η Τουρκία δεν αντιληφθεί ότι οι συνθήκες κατοχής της Κύπρου πρέπει να ανατραπούν.