Η εκλογή Τραμπ προκαλεί σε ορισμένους προβληματισμό αναφορικά με τις σχέσεις Ελλάδας και ΗΠΑ. Ας είμαστε ρεαλιστές: οι εξαιρετικές ελληνοαμερικανικές σχέσεις έχουν στρατηγικό βάθος και είναι θεμελιωμένες σε κοινές αξίες και κοινές αρχές. Πάνω απ’ όλα, είναι σχέσεις που εδράζονται σε κοινά γεωπολιτικά προτάγματα στην Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο. Η ξεκάθαρη στάση της ελληνικής κυβέρνησης κατά την παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η απερίφραστη καταδίκη των θηριωδιών της Χαμάς επιβεβαίωσαν τον ρόλο της Ελλάδας ως φάρου δημοκρατίας και σταθερότητας στην ευρύτερη γειτονιά μας. Αυτές οι πολιτικές επιλογές της χώρας, σε συνδυασμό με την επανάκτηση του διεθνούς της κύρους, εκτιμώνται από τους εταίρους και συμμάχους.
Προμετωπίδα των άριστων διμερών μας σχέσεων είναι η ελληνοαμερικανική αμυντική συμφωνία. Πρόκειται για ένα κείμενο με ουσιαστικό περιεχόμενο και ισχυρό συμβολισμό που αναδεικνύει τη γεωπολιτική σημασία της χώρας μας. Η βάση της Σούδας και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης διαδραματίζουν πλέον κομβικό ρόλο στον σχεδιασμό του ΝΑΤΟ για την ασφάλεια και την ειρήνη. Αυτή η νέα γεωπολιτική πραγματικότητα -που χτίζεται και με τη συνεργασία της Ελλάδας- αποτελεί για τις ΗΠΑ μια νέα σταθερά που υπερβαίνει τα πολιτικά κόμματα. Έχει τη στήριξη Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών, τόσο εντός του Κογκρέσου όσο και στους δαιδαλώδεις διαδρόμους της αμερικανικής γραφειοκρατίας.
Επιπλέον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του διατηρούν σταθερά διαύλους επικοινωνίας με όλο το πολιτικό φάσμα στις ΗΠΑ. H σχέση με την απερχόμενη διοίκηση υπήρξε αμοιβαίως επωφελής για τις δύο χώρες. Ο ίδιος συνομιλεί σταθερά με υψηλόβαθμα στελέχη των Ρεπουμπλικανών. Την περασμένη εβδομάδα, συναντήθηκε με τον πρώην ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο και πριν λίγες εβδομάδες υποδέχθηκε Ρεπουμπλικανούς Γερουσιαστές στα Χανιά. Ακόμα και η πρόσκληση που έλαβε για να δώσει την ιστορική ομιλία στο Κογκρέσο ήταν υπογεγραμμένη και από τα δύο πολιτικά κόμματα, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η Αθήνα ορθώς επικοινωνεί με ολόκληρο το πολιτικό φάσμα της Αμερικής.
Το βάρος πρέπει να πέσει στις ευρωπαϊκές πολιτικές. Σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο, η Ευρώπη οφείλει να καταλάβει ότι οι ευθύνες και τα βάρη της αυξάνονται. Με αφορμή τα όσα ακούστηκαν κατά την προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ, εκτιμώ ότι η Ε.Ε. θα κληθεί να λάβει ιστορικές αποφάσεις για το μέλλον της. Πρώτον, να προχωρήσει άμεσα στη στρατηγική αυτονομία της, αναλαμβάνοντας τη γεωπολιτική ευθύνη της ευρύτερης περιοχής της. Και, δεύτερον, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων της. Η έκθεση του Μάριο Ντράγκι περιλαμβάνει δέσμη ιδεών για επενδύσεις σε καινοτομία και ενέργεια, επενδύσεις για να κλείσει το τεχνολογικό χάσμα με τις ΗΠΑ και την Κίνα, καθώς και πολιτικές για βαθύτερη οικονομική ενοποίηση. Χάθηκε πολύτιμος χρόνος, όμως δεν είναι αργά. Μακάρι οι εξελίξεις στις ΗΠΑ να δώσουν έναυσμα για ταχεία βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε περίπτωση, είναι μονόδρομος η εμβάθυνση των διατλαντικών σχέσεων, προς όφελος των λαών της Ε.Ε. και των ΗΠΑ.