Η συζήτησή μας με τον Τάσο Χατζηβασιλείου ξεκινά από την αλλαγή του πυρηνικού δόγματος Πούτιν, χίλιες ημέρες μετά την εισβολή του στην Ουκρανία. Εκτιμά πως δεν θα είναι εύκολο να χρησιμοποιήσει πυρηνικά, αλλά επισημαίνει ότι «η ανάπτυξη των νέων υπερηχητικών ρωσικών πυραύλων πρέπει να προβληματίσει τη διεθνή κοινότητα».
Στα Ελληνοτουρκικά η άποψη του βουλευτή Σερρών με τη ΝΔ και A΄ αντιπροέδρου της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων είναι σαφής: «Για την Αθήνα, ο διάλογος με την Τουρκία αφορά τη μοναδική μας διαφορά και η βάση της όποιας συζήτησης είναι το Διεθνές Δίκαιο. Έτερον ουδέν».
Πώς ερμηνεύετε τη στάση του προέδρου Πούτιν τα τελευταία 24ωρα; Ποια είναι η επιδίωξή του κατά την κρίση σας;
Έπρεπε να περάσουν 1.000 ημέρες από την απαράδεκτη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, για να φτάσουμε στο κρισιμότερο σημείο του πολέμου. Ο Πούτιν ασκεί ψυχολογικό εκβιασμό, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξασφαλίσει καλύτερο σημείο αφετηρίας στην όποια διαπραγμάτευση που ενδεχομένως ξεκινήσει το επόμενο διάστημα. Ο Ρώσος πρόεδρος άλλαξε το πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας και αύξησε την επιθετικότητα στη ρητορική του εξαιτίας δύο γεγονότων: της εκλογής Τραμπ και της απόφασης Μπάιντεν να επιτρέψει στην Ουκρανία τη χρήση αμερικανικών πυραύλων εναντίον ρωσικών στόχων. Προσωπικά, εκτιμώ ότι δεν είναι εύκολο να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. Αν το πράξει, αναρωτιέμαι ποιος θα βρεθεί να τον υποστηρίξει, πλην της Βόρειας Κορέας. Δύσκολα θα τον δικαιολογήσουν η Κίνα ή η Βραζιλία. Πάντως, αν ο Πούτιν υλοποιούσε τις πυρηνικές απειλές του, θα οδηγούμασταν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Βέβαια, στο παρελθόν, η Δύση αρκετές φορές ξεπέρασε τις «κόκκινες γραμμές» του Κρεμλίνου. Έδωσε στην Ουκρανία οικονομική βοήθεια, στρατιωτικό υλικό, μέχρι και πολεμικά αεροσκάφη, χωρίς να υπάρξουν ρωσικά αντίποινα. Άρα, είναι σαφές ότι η κάθε πλευρά προσπαθεί να προετοιμάσει καλύτερα τη στάση της ενόψει πιθανής διαπραγμάτευσης, ειδικά μετά την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Βέβαια, η ανάπτυξη των νέων υπερηχητικών ρωσικών πυραύλων πρέπει να προβληματίσει τη διεθνή κοινότητα.
Τι προσδοκίες μπορεί να έχει η Αθήνα στο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων μέσα από τις επόμενες συναντήσεις σε ανώτατο επίπεδο;
Η επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη για επαναπροσέγγιση με την Τουρκία είναι επιλογή ευθύνης. Τους τελευταίους 18 μήνες, έχουμε μια άνευ προηγουμένου ηρεμία σε αέρα και θάλασσα, ενώ παράλληλα βλέπουμε τα πρώτα απτά αποτελέσματα στα ζητήματα της θετικής ατζέντας. Διαχρονικός στόχος όλων των ελληνικών κυβερνήσεων είναι η επίλυση της μοναδικής μας διαφοράς, δηλαδή ο καθορισμός ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Εμείς θεωρούμε ότι ήρθε η ώρα να αξιολογήσουμε τη διαδικασία επαναπροσέγγισης και να προχωρήσουμε ένα βήμα παρακάτω, εφόσον και η Τουρκία θέλει το ίδιο. Όμως, στην πρόσφατη συνάντηση του Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν, δεν στάθηκε δυνατή η εξεύρεση κοινής συνισταμένης για τη διαμόρφωση του σχετικού πλαισίου. Με την Τουρκία μας χωρίζει ακόμα απόσταση. Πιστεύω ότι για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στη συζήτηση για τη διαφορά μας, απαιτείται χρόνος και όχι χρονοδιαγράμματα. Στόχος παραμένει η διατήρηση της κανονικότητας στις επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το κλίμα ηρεμίας βοηθά την επίλυση ζητημάτων της καθημερινότητας, με αμοιβαία οφέλη για τις δύο πλευρές. Για την Αθήνα, ο διάλογος με την Τουρκία αφορά τη μοναδική μας διαφορά και η βάση της όποιας συζήτησης είναι το Διεθνές Δίκαιο. Έτερον ουδέν.
Θεωρείτε ότι ο Αντώνης Σαμαράς τελικώς επεδίωκε τη διαγραφή του από τη Νέα Δημοκρατία και γιατί;
Δεν μπορώ να γνωρίζω τις προθέσεις του κ. Σαμαρά, ούτε το σκεπτικό του. Όμως, η διαγραφή του κατέληξε να αποτελεί μονόδρομο. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητεί τον πατριωτισμό του πρωθυπουργού, του υπουργού Εξωτερικών ή οποιουδήποτε άλλου μέλους της κυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, η διαγραφή του κ. Σαμαρά είναι μια δυσάρεστη εξέλιξη, καθώς ο ίδιος υπήρξε ένας επιτυχημένος πρωθυπουργός. Όμως, αναρωτιέμαι για ποιον λόγο ο ίδιος συνέχιζε να στηρίζει μια κυβέρνηση που δήθεν ετοιμαζόταν για εθνική μειοδοσία. Για ποιον λόγο στήριζε έναν πρωθυπουργό που τάχα κινείται σε λανθασμένη κατεύθυνση;
Κρίνετε διαφορετικά την τοποθέτηση του Κώστα Καραμανλή την περασμένη Παρασκευή;
Ακούγοντας την ομιλία του Κώστα Καραμανλή, διαπιστώνω ότι ο πρώην πρωθυπουργός επί της ουσίας δεν διαφωνεί με την πολιτική της κυβέρνησης στα Ελληνοτουρκικά. Οι εθνικές θέσεις είναι ξεκάθαρες και αυτό το γνωρίζουν όλοι, εντός και εκτός Ελλάδας.
Σας φοβίζουν τυχόν διαρροές ψηφοφόρων σας προς τα κόμματα που κινούνται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας;
Η άνοδος της ακροδεξιάς είναι ένα ζήτημα που απασχολεί ολόκληρη την Ευρώπη. Στη χώρα μας, τα κόμματα που κινούνται δεξιότερα από τη Νέα Δημοκρατία επιλέγουν τον δρόμο του λαϊκισμού και της αντισυστημικής ρητορικής. Προσελκύουν ψηφοφόρους χρησιμοποιώντας εύπεπτα συνθήματα που στοχεύουν αποκλειστικά στο θυμικό των πολιτών. Προτείνουν ουτοπικές και μη ρεαλιστικές λύσεις για ιδιαίτερα σύνθετα προβλήματα, όπως είναι το μεταναστευτικό, η διεθνής πληθωριστική κρίση, ακόμα και οι περιφερειακές διενέξεις. Στα δε εθνικά θέματα, αυτές οι δυνάμεις επιδίδονται σε ρεσιτάλ πατριδοκαπηλίας, εξαπολύοντας αστήρικτες και ανυπόστατες κατηγορίες κατά της κυβέρνησης. Οι πολιτικές δυνάμεις των άκρων, χωρίς πρόγραμμα και σχέδιο, εμπαίζουν τους πολίτες, με μοναδικό στόχο να υφαρπάξουν την ψήφο τους. Μάλιστα, με αφορμή τις αμερικανικές εκλογές, ορισμένοι έσπευσαν να «οικειοποιηθούν» τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, ισχυριζόμενοι ότι κέρδισε η anti-woke λογική. Προσπαθούν να παραπλανήσουν τους Έλληνες, με ανύπαρκτες συγκρίσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας. Στη χώρα μας δεν τίθεται θέμα woke ατζέντας, όπως κάποιοι ψευδώς ισχυρίζονται. Εμείς στοχεύουμε στην επίλυση των προβλημάτων των πολιτών, με πρωταρχικό στόχο τη βελτίωση της καθημερινότητάς τους. Εκτιμώ ότι αν υλοποιήσουμε το πρόγραμμα για το οποίο έχουμε εκλεγεί, δεν θα υπάρχει κίνδυνος διαρροής ψηφοφόρων προς τα κόμματα δεξιότερα της ΝΔ.