Τις τελευταίες ημέρες, η εξωτερική πολιτική έγινε αντικείμενο μικροπολιτικής αντιπαράθεσης, εξέλιξη ιδιαίτερα επικίνδυνη. Η αντιπολίτευση βάζει όλα τα θέματα στο μπλέντερ και βάλλει κατά της κυβέρνησης, προφανώς λόγω ευρωεκλογών, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στα εθνικά μας θέματα.
Αποκορύφωμα αποτέλεσε η επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Άγκυρα. Η πλειοψηφία της αντιπολίτευσης, με πρώτους το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, ζητούσαν να ακυρωθεί η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν, με αφορμή τη Μονή της Χώρας. Πράγματι, η απόφαση για τη μετατροπή της σε τζαμί είναι απαράδεκτη και ανιστόρητη. Όμως, αν ο Πρωθυπουργός ακύρωνε την επίσκεψη, τότε το θέμα θα γινόταν αυτομάτως διμερές. Η συνάντηση στην Άγκυρα έγινε σε καλό κλίμα και, παρά τις διαφωνίες τις οποίες ο Πρωθυπουργός περιέγραψε ξεκάθαρα και δημόσια, οι δύο ηγέτες επέλεξαν να εστιάσουν στη θετική ατζέντα και στα απτά αποτελέσματά της. Συζήτηση με την Τουρκία δεν σημαίνει υπαναχώρηση από τις εθνικές θέσεις. Αντιθέτως, σημαίνει ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας για την αποφυγή κρίσεων στο μέλλον. Η διαδικασία επαναπροσέγγισης, δύσκολη και πολύπλοκη, αποτελεί άξονα μιας εθνικά υπεύθυνης πολιτικής. Η ηρεμία σε αέρα και θάλασσα δεν είναι δεδομένη. Μπορεί να διαταραχθεί ανά πάσα στιγμή. Βέβαια, προκαλεί ερωτηματικά η αντίδραση κυρίως του ΠΑΣΟΚ αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ: συμφωνούν διαχρονικά με αυτή τη στρατηγική, αλλά τώρα ζητούσαν την ακύρωση της επίσκεψης στην Άγκυρα, «πουλώντας» ισχυρές δόσεις λαϊκισμού και πατριδοκαπηλίας. Όμως, αυτή η στάση είναι εθνικά ανεύθυνη και εγκυμονεί κινδύνους.
Ακόμη, είχαμε την ωμή πρόκληση της νέας Προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδεικνύει πρωτοφανή σπουδή να φέρει τα μνημόνια που συνοδεύουν τη Συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση στη Βουλή. Η αξιωματική αντιπολίτευση μοιάζει να μην καταλαβαίνει την πραγματικότητα. Μετά την κατάφωρα παράνομη στάση της κυρίας Σιλιάνοφσκα, ποιος σκέφτηκε ότι είναι η κατάλληλη ώρα για την κύρωση των μνημονίων;
Η κυβέρνηση ακολουθεί σταθερά τον δρόμο της ευθύνης. Αναμένοντας την τακτική της νέας κυβέρνησης στα Σκόπια, είναι σαφές ότι τα μνημόνια δεν μπορούν να κατατεθούν στη Βουλή, αν δεν έχει προηγηθεί πλήρης συμμόρφωση των γειτόνων. Άλλωστε, από το 2019 είχαμε εκφράσει ότι η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν κακή. Η ελεύθερη χρήση του επιθέτου «μακεδονικός» και η αναγνώριση «μακεδονικής» γλώσσας και ταυτότητας άφησε το περιθώριο στους ακραίους κύκλους της γείτονος να καλλιεργήσουν αλυτρωτικό ψευδομακεδονισμό. Είναι φαιδρό ο ΣΥΡΙΖΑ να κατηγορεί τη Νέα Δημοκρατία που από την αρχή είχε εκφράσει καθαρά τις θέσεις της. Επιπλέον, ο χαρακτηρισμός «ελλαδέμποροι της συμφοράς», που χρησιμοποίησε ο κ. Κασσελάκης για όσους διαφωνούν με τη Συμφωνία, είναι προσβλητικός και παρωχημένος. Η χρήση μετεμφυλιακής ορολογίας είναι ανιστόρητη και δείχνει άγνοια.
Η Αθήνα έχει καταστήσει σαφείς τις θέσεις της. Όσο η Βόρεια Μακεδονία περιφρονεί τα συμφωνηθέντα και την καλή γειτονία, ο δρόμος της προς την Ευρώπη θα έχει εμπόδια. Η εξωτερική πολιτική απαιτεί σοβαρότητα και σχεδιασμό. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, έχοντας αποκαταστήσει το διεθνές brand name της χώρας, πολιτεύεται με αυτοπεποίθηση, με γνώμονα την προστασία του εθνικού συμφέροντος.